Πρώτη μέρα καθ' οδόν για #Guanajuato, μια πόλη σαν πολύχρωμο ζαχαρωτό, ακροβολισμένη αμφιθεατρικά πάνω στα βουνά της ομώνυμης πολιτείας, με σπίτια σαν από ουράνιο τόξο και τούνελς σαν από παραμύθι των αδερφών Γκριμ, τρομακτικά και μυστηριώδη, ένα στολίδι του Μεξικού, μια πολύ όμορφη πόλη.
Πριν όμως ξεκινήσω τη φεστιβαλική μου περιπλάνηση, έκανα μια πρώτη στάση στην πόλη #León. Είναι η μεγαλύτερη πόλη της πολιτείας Guanajuato και η πιο άσχημη, αλλά έχει μεγάλη παράδοση στα δερμάτινα είδη, όλα hecho en México. Δεν ήθελα να χάσω την ευκαιρία να τα δω με τα ίδια μου τα μάτια. Άφησα λοιπόν το αεροδρόμιο που είναι στο #Silao με έναν οδηγό Uber, ο οποίος μου εξέφραζε σε όλη τη διαδρομή το μεγάλο του παράπονο: οι κάτοικοι του Silao δεν είναι τόσο ανοιχτόμυαλοι και όταν σηκώνεται να χορέψει με τη γυναίκα του δέχεται βλέμματα επικριτικά, γι' αυτό και πηγαίνει πάντα για χορό στο Λεόν, που είναι λίγο μακριά (τριάντα λεπτά με το αμάξι εντωμεταξύ), αλλά ο κόσμος χορεύει χωρίς περιστροφές και σχόλια και νιώθει πιο άνετα. Μετά από μισή ώρα λοιπόν από το αεροδρόμιο, έφτασα στην καρδιά της Zona #Piel, όπου για το επόμενο τρίωρο περιπλανιόμουν αδιάκοπα δοκιμάζοντας καπέλα και ζώνες, ρωτώντας για τιμές και παρατηρώντας τα προϊόντα και τον κόσμο.
Ήταν μερικά μαγαζιά με κατεργάρηδες που όταν με έβλεπαν #güerita, όπως συνηθίζουν να αποκαλούν τις λευκές εδώ στο Μεξικό, μου έδιναν διπλάσιες τιμές, γιατί για αρκετούς Μεξικανούς οι πρώτες σκέψεις είναι: α λευκή, α από τις Ηνωμένες Πολιτείες, α gringa, α έχει λεφτά. Άλλα μαγαζιά έντιμα μου έδιναν τις κανονικές τους τιμές και προμηθεύτηκα κάρτες ώστε όταν με το καλό ξαναεπιστρέψω από εκεί να αγοράσω παραδοσιακές καουμπόϊκες μπότες που τόσο πολύ μου αρέσουν.
Εκεί στη Zona Piel είναι και ο σταθμός των λεωφορείων. Έχει δρομολόγια κάθε 15 λεπτά, έδωσα 60 πέσος για Guanajuato και όταν τελείωσα τη δερμάτινη περιπλάνησή μου, έφαγα quesadillas με chicharrón prensado και έφυγα για το φεστιβάλ. Σε μία ώρα ήμουν στο σταθμό λεωφορείων του Guanajuato, Uber δυστυχώς διαθέσιμο δεν είχε, αλλά για καλή μου τύχη περνούσε ένα camión εκείνη την ώρα, ας το πούμε αστικό λεωφορείο, και με 8 πέσος βρέθηκα στο κέντρο. Ήταν Πέμπτη και ο κόσμος συνέρρεε από όλες τις γωνιές του Μεξικού. Η πρώτη εντύπωση ήταν πως τον κόσμο που είχε πριν από την πανδημία δεν τον είχε και τώρα. Η δεύτερη εντύπωση ήταν φυσικά η μαγεία μιας φεστιβαλικής πόλης, όπου η ζωή εκτυλίσσεται πιο πολύ στους δρόμους, παρά στις κλειστές αίθουσες. Η τρίτη εντύπωση ήταν οι φορεμένες από όλους σχεδόν μάσκες στα στενά του κέντρου.
Έβγαλα τη διαπίστευσή μου, πήρα το πρόγραμμα για τις επόμενες τρεις μέρες και έτρεξα να προλάβω την πρώτη μου θεατρική παράσταση από μία θεατρική ομάδα της Κούβας ονόματι Argo. Όνομα ελληνικό, πολλές παραστάσεις δεν είχε φέτος από τον απόηχο της πανδημίας, έτρεξα. Δυστυχώς... δεν ανταποκρίθηκε ούτε στις προσδοκίες μου ούτε και στο επίπεδο του φεστιβάλ που είναι υψηλό σε γενικές γραμμές. Δεν ήταν καλή. Δύο ώρες «ερασιτεχνικού» θεάτρου Α-ΤΕ-ΛΕΙ-Ω-ΤΕΣ! Ήθελα να δω Κουβανέζικο θέατρο, ήμουν στην Κούβα για τα 500 χρόνια από την ίδρυση της Αβάνας και είδα ορισμένες συναυλίες που μου άρεσαν, αλλά θέατρο δεν είχα δει. Αυτό που είδα στο Cervantino ήταν κακό. Δεν είχε ρυθμό, δεν είχε εικόνες, είχε 4 ηθοποιούς που μιλούσαν ασταμάτητα απευθυνόμενοι κυρίως στο κοινό. Όχι, μεταξύ τους δεν μιλούσαν. Έκλεισα τα μάτια και ήταν σαν να ακούω ένα άνευρο podcast. Απογοητεύτηκα, γιατί την πρώτη χρονιά που πήγα είδα πολύ καλό θέατρο. Είδα τον Άμλετ από τη Schaubühne του Βερολίνου god damnit! Στο τέλος ωστόσο ήταν κάμποσοι που σηκώθηκαν ενθουσιασμένοι να χειροκροτήσουν και είδα και δυο κοπέλες που σκούπιζαν τα δάκρυά τους από συγκίνηση και λέω από μέσα μου ή συγγενείς είναι ή Κουβανέζοι, αλλιώς δεν εξηγείται. Από την άλλη, προσπαθώ να καταπνίξω το συναίσθημα της βαρεμάρας και της γρουσουζιάς που με πνίγει και να σκεφτώ ότι το θέατρο στην τελική έχει να κάνει με τις ανθρώπινες χορδές. Και μία να ακουμπήσεις, αξίζει τον κόπο. Είναι και θέμα γούστου φυσικά, αλλά με αντικειμενικά κριτήρια, η παράσταση που είδα από το θέατρο Αργώ της Κούβας ήταν κάκιστη και παντελώς ερασιτεχνική. Από τον Θίασο των Ονείρων της Γουμένισσας, που οι άνθρωποι είναι ερασιτέχνες και το δηλώνουν περήφανα, έχω δει πολύ καλύτερες παραστάσεις. Ποιος επιλέγει άραγε τις παραστάσεις στα φεστιβάλ και με τι κριτήρια;
Ξεχύθηκα στους δρόμους μετά την παράσταση για φαγητό. Επέλεξα ένα εστιατόριο που μου πρότειναν και είχε το αστείο όνομα El Gallo Pitagórico, ο Πετεινός του Πυθαγόρα. Είχε και καλές κριτικές στο #google... πώς γινόταν να μην το επιλέξω; Ωστόσο, εκεί θα θυμάμαι ότι έφαγα τα χειρότερα λαζάνια της ζωής μου, πρέπει να ήταν ξαναζεσταμένα. Και λέω από μέσα μου γιατί; Γιατί; Γιατί μετά τη βαρετή παράσταση να μη φάω ένα ωραίο φαγητό που είχα λυσσάξει όλη μέρα ταξιδεύοντας από δω κι από κεί... Όταν πήγα να δοκιμάσω και το τιραμισού στο τέλος, τι το 'θελα; Ήταν μισοπαγωμένο... Όταν το ανέφερα στον σερβιτόρο, προσπάθησε να με πείσει ότι έτσι σερβίρουν το τιραμισού... Έφυγα με νεύρα και αποφάσισα να μην ακολουθώ πια τα αστεία ελληνικά ονόματα εστιατορίων που προσφέρουν κακό ιταλικό φαγητό, αλλά να τρώω από τον δρόμο, που και πιο πολύ μου αρέσει και πολύ πιο οικονομικό είναι.
Έκανα τη βόλτα μου στη νυχτερινή πόλη -τουλάχιστον με γεμάτο το στομάχι- και δεν σταμάτησα να θαυμάζω την αρχιτεκτονική των κτιρίων φωτισμένη από το κίτρινο χλωμό φως της νύχτας που με συναρπάζει και τους επισκέπτες που φορούσαν τα λουλούδια τους ή τα κουστούμια τους τα καρναβαλικά, καθώς ήταν οι μέρες του Halloween και της Día de Muertos. Πρόσωπα βαμμένα όλων των ηλικιών, vendedores ambulantes, οι μικροπωλητές του δρόμου, πάγκοι με τάκος, πάγκοι με κρέπες, μπαράκια με δυνατή μουσική, εστιατόρια, ένα πανηγύρι καλλιτεχνικό, διασκεδαστικό, σαγηνευτικό, τροβαδούροι, μαριάτσι, κάθε καρυδιάς καρύδι, κόσμος, πολύς κόσμος -αλλά τον κόσμο που είχε πριν την πανδημία όχι. Ακόμα υπάρχει η συστολή και ο φόβος του ιού, αν και εδώ σιγά-σιγά περνάει.
Στις 10:20 το βράδυ πήγα να συναντήσω δημοσιογράφους που θα μετέβαιναν στη συναυλία της Ελληνίδας mezzo soprano Alexandra Gravas. Ήταν ο λόγος που βρέθηκα στο #Cervantino από την Πέμπτη 28 Οκτωβρίου, την ημερομηνία που θα πραγματοποιούσε τη συναυλία της στο φεστιβάλ. Την πρώτη φορά που τη συνάντησα ήταν εναερίως, καταμεσής του αεροπλάνου, κατά την επιστροφή μας από την Ευρώπη τον Σεπτέμβριο του '20, μέσα στη λαίλαπα της πανδημίας. Καθόταν δίπλα μας και όταν την άκουσα να μιλάει ελληνικά, εννοείται πως της μίλησα. Ελληνικά σε πτήση Φρανκφούρτη-Πόλη του Μεξικού είναι σαν να βλέπεις γαλάζιο βότσαλο σε μία αμμουδερή παραλία. Σπάνιο το φαινόμενο. Χάρηκε κι εκείνη που μιλήσαμε και γνωριστήκαμε και όταν με το καλό φτάσαμε στο Μεξικό, μου χάρισε το CD της Songbook 2 #discoveries που το αναζήτησα και στο #Spotify και το άκουσα με συγκίνηση. Εκείνο το διάστημα ηχογραφούσε τον νέο της δίσκο el Amor es Vida, η Αγάπη είναι Ζωή με τους Los Macorinos, ένα ντουέτο με βιρτουόζους της κιθάρας, γνωστούς στο Μεξικό για τη μελωδική μουσική τους. Όταν τη συνάντησα στο Cervantino ο δίσκος αυτός είχε ήδη κυκλοφορήσει και τον παρουσίαζε με μια σειρά συναυλιών.
Ξεκίνησε με τραγούδια ελληνικά του Θεοδωράκη που ήταν ο μεγάλος της μέντορας, συνέχισε με ισπανικά τραγούδια από τον νέο της δίσκο, στο οποίο περιλαμβάνεται και διασκευή του μουσικού θέματος “Y El Hombre Recogió” από το Canto General του Μίκη Θεοδωράκη σε ποίηση του Χιλιανού ποιητή Pablo Neruda. Λίγο πριν κάνει την εντυπωσιακή εμφάνισή της καταχειροκροτούμενη, τη σταμάτησα για να τη χαιρετήσω και όταν τραγούδησε το Μίλησέ μου του Χατζηδάκη, με πήρε το μάτι της που μεράκλωνα και με πλησίασε να το τραγουδήσει μαζί μου. Κράτησε την έκπληξη για το τέλος με τον Ζορμπά και τη Μισιρλού που χόρεψα ξέφρενη μαζί με Μεξικανούς που -κακά τα ψέματα- είναι πρώτοι στον χορό και προσπαθούσαν να ακολουθήσουν τα βήματα. Κατασυγκινήθηκα. Δάκρυσα, έχασα τα λόγια μου. Είναι τόσο μακριά το Μεξικό από όσα έχω μάθει και ξέρω από παιδί, ναι, είμαι από επιλογή εδώ, αλλά την κουβαλάω την Ελλάδα μέσα μου, δεν μπορώ να την αφήσω, έχω με τον έναν ή τον άλλο τρόπο πάντα στραμμένο το βλέμμα μου εκεί. Συγκινήθηκα, το πρόσωπό μου προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυα. Στο τέλος, όλος ο κόσμος σηκώθηκε να χειροκροτήσει την Αλεξάνδρα Γκράβας ενθουσιασμένος και εγώ επίσης, χαρούμενη που η ελληνική μουσική μπορεί να συγκινεί μέχρι τα πέρατα του κόσμου.
Την ευχαρίστησα στο τέλος για την παρότρυνσή της να τραγουδήσω και να χορέψω σε ελληνικούς ρυθμούς και δώσαμε ραντεβού στην Πόλη του Μεξικού για να τα πούμε αναλυτικά εφ' όλης της ύλης.
Ήταν μια βραδιά που έκλεισε τόσο γλυκά.
Ένα μικρό βίντεο από τη συγκινητική έναρξη της συναυλίας της:
Θα ακολουθήσουν κι άλλα κείμενα από το Cervantino, με φωτογραφίες από το Μουσείο της Μούμιας του Guanajuato, με Δον Κιχώτη, με Έλληνες, με Bollywood και άλλα πολλά! Stay tuned...
Commentaires