Είμαι γέννημα θρέμμα της Γουμένισσας, εκεί γεννήθηκα, στο Νοσοκομείο της, από τα 8 μου μέχρι τα 18 μου εκεί πέρασα τα σχολικά μου χρόνια και κάθε λίγο και λιγάκι εκεί επιστρέφω για να γεμίσω τις μπαταρίες μου. Κατά καιρούς, μου ζητάνε από διάφορους συνδυασμούς, ανεξάρτητους και μη, να κατέβω ως δημοτική σύμβουλος στις εκλογές. Οι προτάσεις άλλες φορές είναι σοβαρές, άλλες φορές πάλι μόνο και μόνο για να γεμίσουν το ψηφοδέλτιο. Όπως και να 'χει, ο εγωισμός μου κολακεύεται, αλλά κάθε φορά η απάντησή μου είναι αρνητική. Πώς θα μπορούσα άλλωστε; Αφού δεν μένω εκεί.
Πήγα φέτος το καλοκαίρι μετά από 2 ολόκληρα χρόνια. Ήταν το πιο μεγάλο χρονικό διάστημα που έλειψα από τον τόπο καταγωγής μου. Όταν εμένα Θεσσαλονίκη πήγαινα κάθε Σαββατοκύριακο, όταν εμένα Αθήνα σίγουρα μια φορά το τρίμηνο, όταν άρχισα να μένω στο Μεξικό δυστυχώς μια φορά τον χρόνο. Με την εγκυμοσύνη μου και τη γέννηση του γιου μου έκανα δύο χρόνια να πατήσω τα πόδια μου, κάτι που μου στοίχισε πολύ. Επέστρεψα με λαχτάρα.
Ήρθα με το 8 μηνών μωρό μου λίγες μέρες αφού έκλεισε και το ταχυδρομείο, το προτελευταίο ίσως απάγκιο της Γουμένισσας, αφού πρώτα φύσηξε ένας αστυφιλικός άνεμος και εξαφανίστηκαν σαν να μην υπήρξαν ποτέ η Εθνική τράπεζα, η Alpha Bank, η Πειραιώς, η εφορία. Ο οδοστρωτήρας του Καλλικράτη έφτιαξε τον Δήμο Παιονίας με έδρα το Πολύκαστρο, ο δήμος Γουμένισσας έγινε καπνός. Απειλείται διαβάζω τώρα και ο Παιδικός Σταθμός, ενώ το τελευταίο απάγκιο, το Νοσοκομείο, που έθρεψε γενιές και γενιές, υπολειτουργεί εδώ και χρόνια. Με άλλα λόγια, η κωμόπολη ερημώνει και γίνεται χωριό.
Όταν μεγάλωνα, όλα ήταν στη μεγάλη τους άνθιση, αν δεν με γελούν οι θολές παιδικές και εφηβικές μου αναμνήσεις. Τρεις τράπεζες, δημόσιες υπηρεσίες, φροντιστήρια ξένων γλωσσών, οι πολιτιστικοί σύλλογοι στα ντουζένια τους, χορωδίες, θέατρο, είχε μέχρι και ωδείο, όπου έμαθα να παίζω μαντολίνο, συμμετείχα και στη μαντολινάτα. Άκουγα από τη γιαγιά μου ιστορίες για τα Μεταξουργεία που έδωσαν σε πολλές γυναίκες μεροκάματο και ανεξαρτησία, αξία ανεκτίμητη στα μεταπολεμικά χρόνια, τότε που η Γουμένισσα θεωρούνταν κεφαλοχώρι και εμπορικό κέντρο της περιοχής.
Τι γίνεται σήμερα; Με ρώτησαν αρκετά άτομα πώς είδα τη Γουμένισσα μετά από δύο χρόνια απουσίας. Στον πρώτο που με ρώτησε απάντησα αυθόρμητα "πιο μικρή", αλλά βλέπω γενικά μετά την Πόλη του Μεξικού το χάος σε ό,τι αφορά στα μεγέθη, αφού μέχρι και η Αθήνα, που επισκέφτηκα προ Ορέστη και στα μέσα της πανδημίας το 2021, τοσοδούλα μου φάνηκε. Το σκέφτηκα καλύτερα όμως και όντως η Γουμένισσα είναι πιο μικρή. Έχει συρρικνωθεί. Μου φάνηκε και πιο μικρή και πιο φτωχή και πιο εγκαταλελειμμένη, με εξαίρεση τις δύο πάνω πλατείες που έχουν μαγαζιά καλοδιατηρημένα και καλοδουλεμένα, κάποια από αυτά ολοκαίνουργια. Ιούλιο, Αύγουστο που ήμουν εκεί, ήταν φίσκα από κόσμο, κάτι που με χαροποίησε ιδιαίτερα. Υπάρχουν άνθρωποι που επενδύουν στον τόπο τους και οι κόποι τους ανταμείβονται.
Αλλά δεν θα σταθώ στα θετικά, γιατί πλησιάζουν και οι ταλαίπωρες δημοτικές εκλογές. Δεν θα ψηφίσω δυστυχώς, αφού η ζωή με έχει ξεβγάλει στο Μεξικό, αλλά η αγάπη για τον τόπο μου δεν έχει αλλάξει με τα χρόνια, κάτι που μου δίνει το δικαίωμα να σχολιάζω αυτά που εγώ θεωρώ κακώς κείμενα. Και θα ήθελα να επικεντρωθώ σε δύο συγκεκριμένα θέματα.
Το πρώτο θέμα αφορά στην οδική συμπεριφορά μεγάλης μερίδας των κατοίκων που είναι σε γενικές γραμμές... απαράδεκτη. Πριν από χρόνια ένας φίλος μου είπε με παράπονο ότι τα περισσότερα παιδιά πλέον πηγαίνουν στο σχολείο με το αυτοκίνητο, κάτι που για τη δική μου τη γενιά ήταν αδιανόητο. Σε πόλεις να πηγαίνουν τα παιδιά με αμάξι ή το σχολικό το καταλαβαίνω, αλλά και στα χωριά...; Όταν τον ρώτησα γιατί, μου απάντησε: "Δεν υπάρχουν πεζοδρόμια και τα αμάξια τρέχουν σαν τρελά. Πώς να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο;" Και αναπόλησε τα δικά του σχολικά χρόνια τις δεκαετίες του '80 και του '90, τότε που περνούσε με τον αδερφό του από τα σπίτια των φίλων τους για να πάνε όλοι μαζί στο σχολείο και έπαιζαν αμέριμνοι στις γειτονιές. Μετά από την εμπειρία μου με ένα μωρό στον μάρσιπο και στο καρότσι, καταλαβαίνω πλέον το γιατί δεν αφήνουν τα παιδιά τους να πάνε μόνα στο σχολείο.
Έμεινα τέσσερις εβδομάδες. Και όχι μόνο στη Γουμένισσα. Η χάρη μου πέρασε και από την Αξιούπολη και από τα Λιβάδια, όπου έκανα μεγάλες βόλτες και πήρα μια γεύση καλή από την οδική συμπεριφορά, αλλά και από τους κατεστραμμένους δρόμους και την έλλειψη πεζοδρομίων.
Σε πολλά σημεία που υπάρχουν πεζοδρόμια έχει παρκαρισμένα αμάξια ή μηχανάκια, ένα καρότσι δεν μπορεί να περάσει. Επομένως, χρησιμοποιείς το οδόστρωμα για να συνεχίσεις τον δρόμο σου. Παντού λακούβες, ελάχιστες μπάρες για αναπηρικά αμαξίδια-, είδα τον Πέτρο Ίντο να κυκλοφορεί με το αναπηρικό του αμαξίδιο μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και σκέφτηκα ήρωας! Είδα και αρκετές μανούλες να κάνουν βόλτα με τα μωρά τους στα καρότσια και να παλεύουν πάνω-κάτω από τα πεζοδρόμια, δεξιά και αριστερά από τις λακούβες, να σταματούν για να περάσουν αμάξια και μηχανάκια ανενόχλητα και σκέφτηκα ηρωίδες! Εγώ το έκανα μόλις 4 εβδομάδες και ζορίστηκα...
Ειδικά οι τρεις μονόδρομοι που συνδέουν τριγωνικά τις τρεις πλατείες, τα πιο πολυσύχναστα μέρη της Γουμένισσας, είναι σκέτη απελπισία. Οι οδηγοί παρκάρουν όπου βρουν, χώρος για το καρότσι ούτε λόγος, παλιά σπίτια ετοιμόρροπα να πέσουν πάνω στο κεφάλι σου, τα περισσότερα πεζοδρόμια - εκεί που υπάρχουν - χωρίς μπάρες, με αμάξια παρκαρισμένα, με τραπεζοκαθίσματα. Απολάμβανα πολύ τις βόλτες μου στα σοκάκια και τις κουβέντες που αντάλλασσα με γνωστούς και φίλους, αλλά η καρδιά μου πήγαινε συνέχεια στην Κουλούρη και είχα τα μάτια μου 104. Ήμασταν συνέχεια στον δρόμο με αμάξια να περνούν σύριζα χωρίς να κόβουν ταχύτητα...
Ναι, οι οδηγοί τρέχουν μέσα στο χωριό. Στις 4 εβδομάδες που έμεινα, μόλις δύο αμάξια έκοψαν ταχύτητα βλέποντας με με το μωρό. Δύο! Ένα αμάξι σταμάτησε για να διασχίσω τον δρόμο... ΕΝΑ! Και ζω στην Πόλη του Μεξικού, όπου οδηγούν σαν να μην έχουν δίπλωμα, δεν σέβονται κανόνες, τρέχουν όσο θέλουν και δεν χαμπαριάζουν, αλλά οι μισοί θα κόψουν ταχύτητα μόλις με δουν με τον Ορέστη, θα σταματήσουν το αμάξι και θα μου κάνουν νόημα να διασχίσω τον δρόμο. Οι μισοί, που είναι ένα καλό ποσοστό για τα δεδομένα μιας αχανούς, γιγάντιας πόλης σε μια όχι και τόσο προηγμένη χώρα. Στη Γουμένισσα, στην Αξιούπολη, στα Λιβάδια σχεδόν κανείς. Ένας ηλικιωμένος μάλιστα στα Λιβάδια, με είδε με το καρότσι κι έστριψε από μπροστά μου με μεγάλη ταχύτητα για να διασχίσει παράνομα έναν δρόμο περνώντας μέσα από ένα πάρκο. Πώς δεν μας πάτησε.
Αναρωτιέμαι τι δίνει τόση αυτοπεποίθηση στους οδηγούς. Το ότι το κακό συμβαίνει μόνο στους άλλους; Το ότι παίζουν το τιμόνι στα δάχτυλα του ενός χεριού; Η μαγκιά; Χωράει η μαγκιά σε τέτοια θέματα;
Και μια που ανέφερα τη "μαγκιά", αυτό με τις πειραγμένες εξατμίσεις που τις κάνουν μόστρα σε κατοικημένες περιοχές είτε για να γαμπρίσουν είτε για να κάνουν επίδειξη σε άλλα αρσενικά της φυλής τους και ξυπνούν μωρά, γατιά, σκυλιά, ηλικιωμένους και άρρωστους ανθρώπους, δεν το καταλαβαίνω.
Δεν θα γράψω τι κάνει και πού ειναι η αστυνομία. Σε μικρές κλειστές κοινωνίες, όπου όλοι γνωρίζονται, ο ρόλος της αστυνομίας είναι άχαρος. Την είδα μια φορά στο παζάρι της Αξιούπολης, μια φορά στο παζάρι της Γουμένισσας, όλοι τρέχανε να μαζέψουν τα παράνομα παρκαρισμένα αμάξια τους, την είδα και δύο φορές σε μπλόκο στη Γοργόπη. Το να οδηγείς και να παρκάρεις με σύνεση σε κατοικημένες περιοχές είναι απλό πράγμα, έχει να κάνει με την ενσυναίσθηση που καλλιεργείται σε οικογένεια, σχολείο και κοινωνικό περιβάλλον. Τι να σου κάνουν τα πρόστιμα όταν η επικίνδυνη οδήγηση είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση;
Το δεύτερο θέμα αφορά στα σκουπίδια και κυρίως στα αποτσίγαρα που βλέπω στο ποτάμι από τότε που άρχισα να κάνω εκεί τους περιπάτους μου, από την παιδική μου ηλικία δηλαδή. Το αποτσίγαρο είναι σκουπίδι. Έχει ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΓΟΠΕΣ πετάμενες στην πισίνα και στο ποτάμι, κάθε φορά μπορώ να τις μαζεύω με το φτυάρι. Ο κόσμος καπνίζει και πετάει το αποτσίγαρο στο μεγάλο τασάκι ΚΑΤΑΣΤΡΈΦΟΝΤΑΣ το φυσικό περιβάλλον και ΡΥΠΑΊΝΟΝΤΑΣ έναν πανέμορφο χώρο αναψυχής. Πίνουν τις μπύρες τους, τρώνε το σάντουιτς, απολαμβάνουν τον καφέ τους και αφήνουν τα σκουπίδια τους εκεί μες στη μέση, που κάνει ο άλλος το μπάνιο του ή τη βόλτα του. Γιατί; "Δεν έχει κάδους!" είπε ένας νεαρός που τον είδα να πίνει την μπύρα του, να αφήνει το κουτάκι και να φεύγει. "Έχει κάδους, να εκεί, αλλά και κάδους να μην είχε, μπορείς να πάρεις το κουτάκι σου μέσα στην τσάντα που έχεις την πετσέτα σου και να το πετάξεις σπίτι σου". Ήξερε να κατεβάσει την μπύρα στο ποτάμι, αλλά να ανεβάσει το σκουπίδι του δεν ήξερε. Καθαρίζουν το ποτάμι και ο δήμος και εθελοντές και τα σχολεία, γίνεται προσπάθεια. Αλλά οι καπνιστές με τα αποτσίγαρά τους είναι μάστιγα, καθώς και όσοι νομίζουν ότι μπορούν να αφήνουν τα σκουπίδια τους όπου βρουν, γιατί κανείς δεν τους έμαθε περιβαλλοντική αγωγή.
Με εξέπληξε ευχάριστα το ότι πλέον κανείς δεν καπνίζει στους εσωτερικούς χώρους των μαγαζιών. Επιτέλους!
Η Γουμένισσα ερημώνει. Τα παιδιά στα σχολεία μου είπαν ότι είναι όλο και λιγότερα. Λυπάμαι από τη μία, αλλά από την άλλη κι εγώ έφυγα για να αναζητήσω ένα μέλλον που να ταιριάζει καλύτερα στην ιδιοσυγκρασία μου. Υπάρχουν όμως τόσα άτομα που έμειναν και παλεύουν κάθε μέρα για τα αυτονόητα, ξέρω και άτομα που έφυγαν και θέλουν να ξαναγυρίσουν, αλλά το σκέφτονται γιατί το μέλλον τους είναι αβέβαιο. Πέρα από την ατομική ευθύνη σε θέματα όπως είναι η οδική και η περιβαλλοντική συμπεριφορά, υπάρχει και η κρατική ευθύνη. Τα κράτη οφείλουν να επενδύουν στις ακριτικές περιοχές, να τις ενισχύουν με έργα, δρόμους (τι άθλιος ο δρόμος για Καστανερή και Λιβάδια...), υπηρεσίες, σχολεία, επιδοτήσεις, να έχουν λόγους να μείνουν οι κάτοικοι, να μη φεύγουν σαν τα αποδημητικά πουλιά εσωτερικοί και εξωτερικοί μετανάστες. Οι ακριτικές περιοχές πρέπει να σφύζουν από ζωή και κόσμο, έτσι ενισχύονται τα σύνορα, όχι με τοίχους τραμπικούς, αλλά με ανθρώπινο δυναμικό. Δυστυχώς, πολλά χωριά στις ακριτικές περιοχές ερημώνουν. Και πώς να μην ερημώσουν δηλαδή. Η μισή Ελλάδα ζει στην Αθήνα και εκεί πέφτει το βάρος, ένα μεγάλο μέρος όμως της Ελλάδας ζει σε απομονωμένα νησιά, σε βουνά και δάση, στα ηπειρωτικά σύνορα, οι άνθρωποι εκεί δεν εισακούονται, δεν φτάνει η φωνή τους μέχρι το αθηναϊκό κέντρο. Σε αυτές τις περιοχές πρέπει να στραφεί η προσοχή τα επόμενα χρόνια, για να λυθούν πρώτα βασικά θέματα πολιτισμού όπως είναι η προσβασιμότητα και η καθαριότητα.
Comments