Ετοιμάζω το βίντεο για τη λίμνη Τιτικάκα εδώ και μία αιωνιότητα και μία μέρα, αλλά πριν το παρουσιάσω, θα ήθελα να κάνουμε μερικές στάσεις στη Διαδρομή του Ήλιου.
La Ruta del Sol, όπως είναι στα ισπανικά, συνδέει το #Cusco με το #Puno που πάει να πει την πρωτεύουσα των Ίνκας με την πόλη που σου ανοίγει τις πύλες προς τη λίμνη Τιτικάκα. Είναι μια διαδρομή κάπου στα 400 χιλιόμετρα που την κάνεις με λεωφορείο και απολαμβάνεις κάμποσες στάσεις σε αρχαιολογικά αξιοθέατα που εξιστορούν την πλούσια ιστορία του Περού τους τελευταίους 5 αιώνες.
Με μια μικρή παράκαμψη μπορείς να θαυμάσεις και το #Rainbow #Mountain, το περίφημο βουνό με τα 7 χρώματα, γνωστό και ως #Vinicunca. Όχι και τόσο μικρή παράκαμψη, αλλά προκειμένου να αποφύγουμε τις 6 ώρες πήγαινε-έλα στο Κούσκο, αποφασίσαμε να συμπεριλάβουμε στη Διαδρομή του Ήλιου και το Βουνό του Ουράνιου Τόξου. Θυσιάσαμε ωστόσο την Capilla de Andahuaylillas που θεωρείται η “Capilla sixtina de América”, η Καπέλα Σιστίνα της Αμερικής, αλλά προτιμήσαμε να δούμε το Πολύχρωμο Βουνό από την εκκλησία ως κλασικοί λάτρεις της φύσης.
Στις 5:30 το πρωί έφτασε ο οδηγός μας ονόματι Joel για να μας παραλάβει από το ξενοδοχείο στο Κούσκο. Αφού φορτώσαμε τα μπαγάζια μας στο βανάκι, ο Joel μας ρώτησε αν έχουμε κάποια ιδιαίτερη επιθυμία για την ημέρα που μας περιμένει. Καφέ! Μα τι άλλο να θέλει κανείς στις 5:30 το πρωί! Ο καφές όμως θα περίμενε κάμποσο ακόμα, γιατί περίπου 25 χιλιόμετρα από το Κούσκο βρίσκεται η πόλη #Oropesa που θεωρείται η πρωτεύουσα του ψωμιού σε όλο το Περού.
Στον κεντρικό δρόμο βλέπεις μόνο φούρνους, κόσμο δεξιά και αριστερά να ζυμώνει, να φουρνίζει, να αγοράζει και να τρώει ψωμί. Ενώ το Κούσκο κοιμόταν για τα καλά τα ξημερώματα που ξεκινήσαμε, μισή ώρα αργότερα, η Οροπέσα φαινόταν να μην κοιμήθηκε όλο το βράδυ. Ο Joel κατέβηκε και μας αγόρασε το παραδοσιακό γλυκό ψωμί της περιοχής, στρογγυλό και πλακουτσωτό σαν λαγάνα, αλλά σε στρογγυλό σχήμα, με γεύση γλυκάνισο που μου θύμισε πολύ το δικό μας αφράτο τσουρεκάκι.
Λίγο πιο κάτω από την Οροπέσα κάναμε στάση σε ένα καφενείο... του δρόμου με μια νεαρή κοπέλα που έφτιαχνε καφέ στη μέση της κεντρικής πλατείας στη μικρή πόλη #Urcos. Ήταν το καλύτερο πρωινό που έφαγα στο Περού: καφές αυτοσχέδιος σε πλαστικό ποτήρι, καυτός, βαρύς, να αχνίζει, με ψωμάκι γλυκό, φρέσκο, ζεστό, απευθείας από τον φούρνο. Ένιωσα μια θαλπωρή, μα μια θαλπωρή, παρόλο που έκανε κρύο τσουχτερό. Η ώρα είχε πάει 7 το πρωί και είχε ήδη ξημερώσει, αλλά το υψόμετρο, τα γκρίζα σύννεφα και το κρύο αεράκι τρυπούσαν τα κοκαλάκια μου μέχρι το μεδούλι. Φαίνεται πώς το καφενείο αυτό του δρόμου ήταν γνωστό στην περιοχή, γιατί δεν ήμασταν οι μόνοι που απολαμβάναμε τον καφέ του. Γινόταν προσκύνημα κάθε λίγο και λιγάκι από τα πρωινά πουλιά που ήταν να πάνε στη δουλειά.
Αφού μπήκαμε στο βανάκι για να συνεχίσουμε τη διαδρομή μας, ο Joel μας ενημέρωσε ότι το βουνό Vinicunca είναι υπό κατάληψη και δεν επιτρέπουν την είσοδο σε τουρίστες, αλλά παραδίπλα είναι το βουνό Palcoyo που είναι επίσης πολύχρωμο και η καλύτερη εναλλακτική. Γιατί ήταν υπό κατάληψη ποτέ δεν κατάλαβα, αλλά γενικά, πολλά αξιοθέατα στο Περού ελέγχονται και είναι αυτοδιαχειριζόμενα από τοπικές κοινότητες και οργανώσεις που αρκετές φορές προχωρούν σε καταλήψεις, απεργίες, διαμαρτυρίες, είτε για να αυξήσουν την είσοδο των τουριστών, είτε για να τη μειώσουν, είτε για να διεκδικήσουν οικονομικά οφέλη από την κυβέρνηση κ.ο.κ. Καταλήξαμε λοιπόν στο Palcoyο, αλλά καθόλου δεν μας ένοιαξε. Κι εκεί, πολύ ωραία ήταν!
Ό,τι και να κάνεις, την ομορφιά της περιοχής εύκολα δεν την πιάνεις. Ούτε με φωτογραφίες ούτε με κάμερες ούτε με λέξεις. Είναι απερίγραπτη.
Η διαδρομή από το Κούσκο μέχρι την παράκαμψη Comamaya διαρκεί περίπου μία ώρα και 20 λεπτά. Από εκεί ξεκινάει ένας χωματόδρομος διάρκειας μιάμισης ώρας γεμάτος στροφές που σε ανεβάζει στο Πολύχρωμο Βουνό. Δεν είναι εύκολη διαδρομή, αλλά το βουνό σε αποζημιώνει.
Ποιο είναι το υψόμετρο του Palcoyo; 4400 μέτρα. Ο Πάτρικ μασουλούσε φύλλα κόκας σε όλη τη διαδρομή και γι' αυτό σε όλες τις φωτογραφίες αποτυπώνεται με το μάγουλο τούμπανο. Εγώ προτίμησα την ενυδάτωση από το να έχω φύλλα κόκας συνέχεια στο στόμα και ήμουν με νερό και τσάι από φύλλα κόκας ή muña, ένα άλλο φυτό που ανθοφορεί στο Περού και προστατεύει τον ανθρώπινο οργανισμό από τις παρενέργειες του υψηλού υψόμετρου. Τα παραλειπόμενα βέβαια είναι ότι ψάχνεις συνέχεια μια τουαλέτα. Στο Palcoyo έχει τουαλέτες κατά την είσοδο, αλλά όσο είσαι πάνω στο βουνό, πρέπει να τα κρατήσεις, για να το γράψω λαϊκά, και να περιμένεις μέχρι την έξοδο. Εντάξει, μικρό το κακό.
Έχει τουρίστες, πολλούς τουρίστες και 15 σόλες είσοδο. Έχει και ντόπιους με παραδοσιακές φορεσιές και λάμας ή αλπάκας που είναι διατεθειμένοι να βγουν μαζί σου μια φωτογραφία, αρκεί να πάρουν ένα μικρό αντίτιμο για τη συνεισφορά τους στο ταξίδι σου. Κάτι που δεν διαβάζεις σε ταξιδιωτικούς οδηγούς είναι ότι πρέπει να έχεις συνέχεια ψιλά στο πορτοφόλι σου, αν φυσικά θέλεις να έχεις αναμνηστικές φωτογραφίες με τους ντόπιους.
Άλλη μιάμιση ώρα μέσα στο βαν με στροφές και χωματόδρομο για να βγούμε στον κεντρικό αυτοκινητόδρομο.
Επόμενη στάση: αρχαιολογικό πάρκο του #Raqchi σε υψόμετρο περίπου 3.450 μέτρα, γνωστό και ως ο Ναός του Θεού #Wiracocha. Είσοδος 15 σόλες.
Με συνεπήρε ό,τι απέμεινε από τον ναό, αφού πρόκειται για έναν τοίχο με ύψος 20 μέτρα και μήκος 92 μέτρα που ευθυγραμμίζεται με τον ήλιο κατά τη διάρκεια της ημέρας και βλέπεις τις ακτίνες του να λούζουν τον κεντρικό δρόμο της παλιάς πόλης. Οι Ίνκας είχαν μεγάλη αγάπη στον Ίντι, τον θεό Ήλιο, και οι άντρες θεωρούνταν εκπρόσωποι του θεού Ήλιου πάνω στη Γη. Λάτρευαν και την θεά Γη, την Πάτσαμαμα, με θνητές εκπροσώπους της τις γυναίκες.
Το άλλο που με συνεπήρε ήταν οι αποθήκες που μοιάζουν σαν πηγάδια που χρησιμοποιούνταν εκτενώς για να αποθηκεύουν καλαμπόκι, κινόα, πατάτες, ψάρια, κρέας αλπάκα, όλα αποξηραμένα, καθώς -όπως έχω ήδη αναφέρει στα προηγούμενα αφιερώματα για το Περού-, ό,τι προϊόντα είχαν τα αποξήραναν για να διατηρούνται περισσότερο στον χρόνο, μια τακτική που συνεχίζεται και σήμερα.
Επιβλητικό το Raqchi, αλλά έφτασε το μεσημέρι και πεινάσαμε. Επόμενη στάση Sicuani για να φάμε τοπικές λιχουδιές και να συνεχίσουμε για #Pukara που θα ήταν και η τελευταία μας στάση στη Διαδρομή του Ήλιου. Φτάσαμε Pukara το βράδυ. Είχε ήδη νυχτώσει και το Museo Lítico de Pukara που ήταν να επισκεφτούμε είχε κλείσει. Ο Joel πήρε τα κλειδιά από τον υπεύθυνο και το άνοιξε μόνο για μας. Λέω από μέσα μου: "Έτσι γίνονται οι δουλειές". Είσοδο φυσικά πληρώσαμε κανονικά. 10 σόλες το άτομο.
Κεραμικά και γλυπτά με μορφές ζώων, μούμιες, υφαντά, αλλά και μινιατούρες που αναπαριστούν την καθημερινή ζωή των Ίνκας είναι κατά βάση τα εκθέματα. Ανάμεσά τους και το γλυπτό του Hatun Ñaqa, που, όπως μας πληροφόρησε ο Joel, είναι διάσημο, γιατί απεικονίζει την αγριότητα του πολιτισμού των Pucará, καθώς το είδωλο κρατά ένα ανθρώπινο κεφάλι. Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν το βγάλαμε ποτέ φωτογραφία. Αν θέλετε να το δείτε, #google it!
Βγάλαμε διάφορες φωτογραφίες για να θυμόμαστε τις στιγμές, αλλά ήμασταν τόσο πτώματα από τη μέρα που πέρασε που το μόνο που θέλαμε ήταν να φτάσουμε στο Πούνο και να την αράξουμε σε ένα οποιοδήποτε κρεβάτι. Είχαμε μπροστά μας άλλες δύο ώρες μέσα στο λεωφορείο.
Φτάσαμε επιτέλους στο Πούνο που φαίνεται από μακριά μέσα στα σκοτάδια αμφιθεατρικά χτισμένο με τα φώτα να κρέμονται σε μαύρο φόντο και τη λίμνη Τιτικάκα σαν τη μαύρη τρύπα του όζοντος. Ο Joel μας άφησε στην κεντρική πλατεία, τον αποχαιρετίσαμε, μπήκαμε στο ξενοδοχείο που κλείσαμε και κάναμε τσεκ ιν σε ένα από τα χειρότερα δωμάτια έβερ. Δεν είχε θέα, δεν είχε παράθυρο, ένιωθα κλεισμένη σε κελί. Αλλά δεν άργησα να συνειδητοποιήσω ότι δεν θα ήταν αυτό το πρόβλημά μου για την επερχόμενη νύχτα... Το Πούνο έχει υψόμετρο κοντά στα 4.000 μέτρα, αν δεν είσαι καλά ενυδατωμένος, δεν μπορείς να πάρεις ανάσα. Εμείς, μετά από μία συναρπαστική μέρα στη Διαδρομή του Ήλιου, ήμασταν κατενθουσιασμένοι, αλλά ξεθεωμένοι και αρκετά αφυδατωμένοι, για να αποφεύγουμε τις συνεχείς επισκέψεις στις τουαλέτες. Μάτι δεν κλείσαμε όλη νύχτα... Ανάσα δεν είχαμε. Το πρωί ήπιαμε τόσο πολύ τσάι από φύλλα κόκας, που συνήλθαμε κάπως και γεμίσαμε δυνάμεις, αφού μας περίμενε μια νέα συναρπαστική περιήγηση στα νησιά της λίμνης Τιτικάκα.
Το επόμενο διήμερο γέμισαν τα μάτια μας από εικόνες, παραδόσεις, ανθρώπους, έναν άλλο κόσμο, μια άλλη καθημερινότητα, τόσο μακριά από τη δική μας. Όπως λέω συχνά τους τελευταίους μήνες, ετοιμάζω βίντεο για την Τιτικάκα. Πού θα πάει, κάποια στιγμή θα το τελειώσω και θα το ανεβάσω, έτσι για να σας μεταφέρω μια εμπειρία που για τα δικά μου μέτρα και σταθμά, αν και αμιγώς τουριστική, ήταν μοναδική και ανεπανάληπτη. Αν θα γύριζα στην Τιτικάκα; Δεν νομίζω... Δεν κοιμόμουν καθόλου καλά τις νύχτες, όλη μέρα σερνόμουν σαν ζόμπι, αλλά αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, εννοείται πως θα έκανα ακριβώς τα ίδια, ίσως και περισσότερα, ακόμα και έτσι, χωρίς ανάσα. Πραγματικά, άξιζε κάθε στιγμή.
コメント